Αθανάσιος Στογιαννίδη

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Θανάσης Στογιαννίδης γεννήθηκε στην Καβάλα το 1977. Αποφοίτησε από το Τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ. Μετά το πέρας των προπτυχιακών του σπουδών ειδικεύθηκε στην Παιδαγωγική λαμβάνοντας από το ίδιο Τμήμα τον αντίστοιχο Μεταπτυχιακό Τίτλο. Επίσης, πραγματοποίησε σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βόννης (Rheinische Friedrich-Wilhelms-Universität Bonn), στη Γερμανία, με αντικείμενο τη Φιλοσοφία της Παιδείας, τη Θρησκειοπαιδαγωγική και τη Σημειολογική Διδακτική. Εκεί έλαβε το Διδακτορικό του Δίπλωμα. Η διατριβή του κρίθηκε με βαθμό „magna cum laude“ (= άριστα), ενώ η προφορική εξέταση (Rigorosum) αξιολογήθηκε με βαθμό „summa cum laude“ (= άριστα με διάκριση). Κατόπιν, διευρύνοντας το γνωστικό του πεδίο στη Διδακτική του Μαθήματος των Θρησκευτικών, συνέχισε τις σπουδές του στο Τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ., όπου και έλαβε το δεύτερο Διδακτορικό του Δίπλωμα με βαθμό «άριστα».

Υπηρέτησε, κατόπιν εξετάσεων του Α.Σ.Ε.Π., ως μόνιμος καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΠΕ01) από τον Σεπτέμβριο του 2006 έως τον Ιανουάριο του 2013, οπότε και διορίστηκε στη βαθμίδα του Λέκτορα στο Τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ. με γνωστικό αντικείμενο «Σχολική Παιδαγωγική και Διδακτική Μεθοδολογία του Μαθήματος των Θρησκευτικών». Τον Ιούλιο του 2015 διορίστηκε στη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή, το 2019 μονιμοποιήθηκε στη εν λόγω θέση, ενώ τον Οκτώβριο του 2022 διορίσθηκε στη βαθμίδα το Αναπληρωτή Καθηγητή.

Έχει προσκληθεί για να δώσει διαλέξεις στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, της Τυβίγγης, του Φράϊμπουργκ (Γερμανίας), του Μονάχου, της Ζυρίχης και της Λειψίας, ενώ έχει διδάξει αυτοτελώς μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης και της Φρανκφούρτης.

Είναι μέλος της εκδοτικής ή επιστημονικής επιτροπής διεθνών περιοδικών, εξειδικευμένων στον χώρο της Θρησκειοπαιδαγωγικής. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώνονται στη Διδακτική του Μαθήματος των Θρησκευτικών, στη Φιλοσοφία της Παιδείας, στη σχέση Πολιτικής Θεωρίας, Παιδαγωγικής και Θεολογίας, καθώς και στη Διδακτική Ανάλυση Προγραμμάτων Σπουδών και Σχολικών Εγχειριδίων.

Διετέλεσε μέλος της άμισθης 7μελούς επιτροπής που συγκρότησε το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής τον Δεκέμβριο του 2019 με σκοπό την αντιμετώπιση της κατάστασης, η οποία δημιουργήθηκε μετά την κοινοποίηση των Αποφάσεων του Συμβουλίων της Επικρατείας σχετικών με το Μάθημα των Θρησκευτικών. Επιπροσθέτως, ήταν Επόπτης κατά την εκπόνηση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών για το Μάθημα των Θρησκευτικών της Γ’ και της Δ’ Τάξης του Δημοτικού το έτος 2021. Επιπλέον, είναι Πρόεδρος της Θρησκειοπαιδαγωγικής Επιτροπής για την Έκδοση των Σχολικών Βιβλίων του Ορθόδοξου Θρησκευτικού Μαθήματος στην Αυστρία, η οποία συστήθηκε το 2019 υπό την ευθύνη του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Αυστρίας και Εξάρχου Κεντρώας Ευρώπης, κ. Αρσενίου. Συμμετείχε στη συγγραφή του πρώτου γερμανόγλωσσου σχολικού εγχειριδίου για το Ορθόδοξο Χριστιανικό Μάθημα των Θρησκευτικών που απευθύνεται σε παιδιά Γυμνασίου. Το εν λόγω πόνημα κυκλοφόρησε το 2021 στην Αυστρία.

Η μουσική διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στη ζωή του. Είναι κάτοχος του διπλώματος πιάνου καθώς και των πτυχίων Αρμονίας, Αντίστιξης και Φούγκας. Μιλάει δύο γλώσσες: αγγλικά και γερμανικά.

Είναι παντρεμένος με την Αθανασία Παπαευθυμίου και έχουν μία κόρη, την Αμαλία.

ΕΙΣΗΓΗΣΗ

Αθανάσιος Στογιαννίδης

Η πολιτική διάσταση της σχολικής παιδαγωγίας.
Προσεγγίσεις στο τρίπτυχο «Παιδεία – Πόλη – Πίστη» μέσα από την ματιά του Αποστόλου Παύλου.

Η παρούσα εισήγηση έχει ως σημείο αφετηρίας την παιδαγωγική θεωρία του Γερμανού παιδαγωγού Dietrich Benner, σύμφωνα με τον οποίον ο κύριος ρόλος του σχολείου συνίσταται στο να προετοιμάσει τους μαθητές για την είσοδό τους στον δημόσιο χώρο. Κατ’ ουσίαν, το σχολείο καθίσταται εργαστήριο παιδαγωγίας, μέσα στο οποίο διαπλάθονται οι αυριανοί πολίτες. Ο δημόσιος χώρος, σύμφωνα με τον Benner, έχει μία υπαρξιακή σημασία για τον άνθρωπο· και τούτο διότι ο άνθρωπος ολοκληρώνεται ως ύπαρξη μέσω της συνάντησής του με τον συνάνθρωπο· και, επίσης, ο δημόσιος χώρος είναι το «φυσικό περιβάλλον» μέσα στο οποίο η συνάντηση αυτή μπορεί να πραγματωθεί. Αυτό σημαίνει πως το σχολείο αναλαμβάνει έναν χαρακτήρα πολιτικό, με τη διευκρίνιση, ωστόσο, ότι ο όρος «πολιτικός» αφορά, όχι στην πολιτική εξουσία ή διακυβέρνηση, αλλά στην έννοια της πόλης ως τρόπου οργάνωσης του ανθρώπινου βίου και ως μοντέλου συνύπαρξης των ανθρώπων.

Η παραπάνω τοποθέτηση δύναται να προσφέρει γόνιμα ερεθίσματα σχετικά με τον προσδιορισμό του σκοπού και της θέσης του Μαθήματος των Θρησκευτικών στον Δημόσιο Σχολείο. Ένα Μάθημα των Θρησκευτικών εγκεντρισμένο στην Ορθόδοξη παράδοση και ζωή, διαλεγόμενο παράλληλα με άλλες θρησκευτικές παραδόσεις και κοσμοθεωρίες, έχει την δυνατότητα να προσφέρει, σε επίπεδο παιδαγωγικής πράξης, έναν μοντέλο του τρόπου με τον οποίον ο άνθρωπος μπορεί να συνυπάρχει μέσα στην πόλη. Αυτή η προσέγγιση θεμελιώνεται στο γεγονός, πως η Εκκλησία περιγράφεται στην Α’ Προς Κορινθίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου ως Σώμα Χριστού (πρβλ. (Α’ Κορ 12, 12·14-27: «Καθάπερ γὰρ τὸ σῶμα ἕν ἐστι καὶ μέλη ἔχει πολλά, πάντα δὲ τὰ μέλη τοῦ σώματος τοῦ ἑνός, πολλὰ ὄντα, ἕν ἐστι σῶμα, οὕτω καὶ ὁ Χριστός· καὶ γὰρ τὸ σῶμα οὐκ ἔστιν ἓν μέλος, ἀλλὰ πολλά»). Αυτό υποδηλώνει πως η ζωή μέσα στην Εκκλησία διαμορφώνεται ως ένας «πολιτικός» τρόπος ύπαρξης, δηλ. ως μία μορφή οργάνωσης της ανθρώπινης ζωής, στην οποίαν ο άνθρωπος ανακαλύπτει την ταυτότητά του, το νόημα της ζωής του αλλά και γεύεται την ολοκλήρωσή του ως ύπαρξη, όταν συναντά εν Χριστώ τον άλλον, τον διπλανό του, τον πλησίον, τον διαφορετικό. Βέβαια, η εν λόγω σχέση και συνάντηση δεν συνιστά απλώς μία περιστασιακή κατάσταση, αλλά μία ουσιαστική σχέση κοινωνίας και αλληλοπεριχώρησης, η οποία λαμβάνει σάρκα και οστά μέσω του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας.

Έχοντας κατά νου τις παραπάνω διαπιστώσεις, αντιλαμβάνεται κανείς ότι υφίσταται ένα είδος αλληλοεξάρτησης μεταξύ της παιδαγωγικής διαδικασίας που υλοποιείται στο σχολείο, της πόλης και της θρησκευτικής πίστης, υπό την εξής έννοια: Αν το σχολείο προετοιμάζει τους αυριανούς πολίτες, δηλ. τα μέλη της πόλης του αύριο, τότε η Θρησκευτική Εκπαίδευση παρουσιάζοντας με επιστημονικό τρόπο ως περιεχόμενο σχολικού μαθήματος τις βασικές διαστάσεις της θρησκευτικής πίστης, έχει την τόλμη να παρουσιάζει ένα υπόδειγμα του πολιτικώς υπάρχειν μέσα στην πόλη. Με αυτό το σκεπτικό, διαμορφώνεται το τρίπτυχο «Παιδεία – Πόλις – Πίστις» ως μία πρόταση σύνδεσης ανάμεσα στην παιδαγωγική θεωρία, την πολιτική θεωρία και τη θρησκευτική πίστη.

Η επίδραση της Παύλειας θεολογίας ως προς την πολιτική διάσταση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης, δεν συνιστά τη μοναδική συνεισφορά του Αποστόλου των Εθνών στην κατανόηση της παιδαγωγικής διαδικασίας. Εν προκειμένω, αξίζει να επισημάνουμε πως το παιδαγωγικό έργο του σχολείου, όπως επισημαίνει ο Dietrich Benner, συνίσταται, μεταξύ άλλων, στην προσφορά των μορφωτικών αγαθών με τρόπο που να μην εξαναγκάζει τους νέους ανθρώπους να αποδεχτούν κάτι χωρίς τη θέλησή τους, αλλά να τους προσκαλεί σε διάλογο, έρευνα και αναστοχασμό. Έτσι, λοιπόν, τα μορφωτικά αγαθά, δηλ. οι ιδέες, οι γνώσεις, τα επιτεύγματα κ.λπ. του πολιτισμού δεν θα πρέπει να μεταδίδονται στους μαθητές με όλη την «μεγαλοπρέπειά τους» δηλ. ως «απόλυτες» αλήθειες, τις οποίες δεν επιτρέπεται κανείς να αμφισβητεί. Αντιθέτως, τα μορφωτικά αγαθά χρειάζεται να μετασχηματίζονται, δηλ. να προσφέρονται, στο πλαίσιο της διδακτικής πράξης, με τέτοιον τρόπο, ώστε να είναι προσιτά στον «κόσμο» των νέων ανθρώπων και να τους «αφήνει χώρο», ώστε να τα διερευνήσουν και να συνομιλήσουν μαζί τους στο δικό τους επίπεδο, στη δική τους πραγματικότητα. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Απόστολος, στην Προς Φιλιππησίους Επιστολή του, αναφερόμενος στο γεγονός της Ενανθρώπησης του Υιού και Λόγου του Θεού, σημειώνει τα εξής: «ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ’ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν» (Φιλ 2, 6-8). Τηρουμένων των αναλογιών, και χωρίς να επιχειρούμε, στο σημείο αυτό, μία ερμηνευτική προσέγγιση του συγκεκριμένου βιβλικού χωρίου, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε πως ο Παύλος, περιγράφοντας το μοντέλο της κένωσης του Θεού, προσφέρει αρκετά εναύσματα προβληματισμού στην Παιδαγωγική επιστήμη, προκειμένου να εμβαθύνουμε και να συλλάβουμε τη σημασία του λεγόμενο παιδαγωγικού μετασχηματισμού. Μέσα από αυτό το πρίσμα, θα λέγαμε ότι ο παιδαγωγικός μετασχηματισμός συνιστά ένα είδος «κένωσης» των μορφωτικών αγαθών από την αξίωσή τους για καθολική και αδιαμφισβήτητη αποδοχή σε επίπεδο παιδαγωγικής πράξης· αντίστροφα, η Ενανθρώπηση του Θεού συνιστά ένα είδος «μετασχηματισμού» της ίδιας της παρουσίας του Θεού από την μεγαλοπρέπειά Του, σε επίπεδο συνάντησης με τον άνθρωπο και μετοχής στην κτιστή του πραγματικότητα.